![GoldenEar T66 Ηχεία Δαπέδου [ Δοκιμή: The Absolute Sound ]](https://www.heavenaudio.gr/media/magefan_blog/golden_ear_top_top_cover_blog_review.jpg)
GoldenEar T66 Ηχεία Δαπέδου
[ Απόδοση Δοκιμής από το περιοδικό The Absolute Sound (2024), Daniel Kalbach ]
Η GoldenEar υφίσταται εδώ και πάνω από 10 χρόνια, κατασκευάζοντας (ημι)ενεργά μα και πλήρως παθητικά ηχεία σε διάφορες κατηγορίες τιμών. Το 2020, η εταιρεία The Quest Group που κατέχει και τη γνωστή AudioQuest των audiophile καλωδιώσεων, εξαγόρασε την GoldenEar Technology ενώνοντας ηχεία και καλώδια σε μια μεγάλη, υπέροχη, συνεργατική και προοδευτική ομάδα. Σύμφωνα με το δελτίο τύπου, τα μέλη της αρχικής σχεδιαστικής ομάδας παρέμειναν στις θέσεις τους και είναι έτοιμα να παρουσιάσουν το πρώτο τους ηχείο μετά τη συγχώνευση. Έτσι, τα GoldenEar T66s δαπέδου κατέληξαν στο δωμάτιο ακρόασής μου, με το “T” να αποτελεί αναφορά στην αρχική σειρά Triton. Ωστόσο, πρόκειται για μια πλήρως ανανεωμένη σειρά, που διατηρεί το κλασικό design της GoldenEar ενώ ενσωματώνει βελτιώσεις και τεχνολογικές αναβαθμίσεις χάρη στη νέα συνεργασία.
Τα T66s διαθέτουν την χαρακτηριστική καμπυλωτή καμπίνα της GoldenEar: ψηλή και λεπτή, με ύψος 1.23 μ., θυμίζοντας ραχιαίο πτερύγιο καρχαρία. Η τρέχουσα εκδοχή περιλαμβάνει εσωτερικές δομικές βελτιώσεις που την καθιστούν πιο σταθερή και άκαμπτη από τις προηγούμενες γενιές, ενώ διατίθεται σε μαύρο και κοκκινοπό χρώμα. Στο μπροστινό μέρος υπάρχει ένα διάτρητο μεταλλικό πλέγμα, μια αναβάθμιση σε σχέση με το παραδοσιακό ηχοπερατό ύφασμα “sock” που χρησιμοποιούσε η εταιρεία, ενώ το γυαλιστερό φινίρισμα δείχνει εξαιρετικό.
Το μοντέλο T66 φέρει την αφρόκρεμα των μονάδων της GoldenEar: Το 'High-Velocity Folded' Ribbon AMT tweeter (τύπου ταινίας), cast-basket 4.5 ιντσών μονάδες μεσαίων και χαμηλών, ορθογώνια planar radiators-παθητικοί ακτινοβολητές 8x12 ιντσών επίσης για τις χαμηλές συχνότητες και ένα ενεργό long-throw 5x9 ιντσών υπογούφερ. [8″ x 12″ passive radiators (x2), 5″ x 9″ subwoofers (x2), 4.5″ midrange (x2), AMT tweeter].
Τα ηχεία πρέπει να συνδεθούν με το ρεύμα για να λειτουργήσουν τα υπογούφερ τους, κάτι που μπορεί να θεωρηθεί αρχικά μειονέκτημα—περισσότερα καλώδια & περισσότερες πρίζες—αλλά μόλις συνδεθούν, το ζήτημα των χαμηλών συχνοτήτων λύνεται οριστικά (περισσότερα γι’ αυτό αργότερα). Το τμήμα sub-bass ελέγχεται μέσω DSP, που σημαίνει ότι έρχεται προρυθμισμένο, αλλά μπορεί φυσικά να προσαρμοστεί σύμφωνα με τις προτιμήσεις και την ακουστική του χώρου σας. Σε επίπεδο βελτιώσεων, υπάρχει ένα νέο crossover, το οποίο, σύμφωνα με την GoldenEar, εξασφαλίζει "επίπεδη απόκριση συχνότητας σε 9 οκτάβες!". Η εσωτερική καλωδίωση έχει αναβαθμιστεί με αγωγούς Perfect-Surface Copper+ της AudioQuest, ενώ υπάρχουν νέοι ακροδέκτες σύνδεσης και προαιρετική δυνατότητα bi-wire (διπλοκαλωδίωσης). Ίσως η λιγότερο συναρπαστική αλλά προσωπικά αγαπημένη μου αλλαγή είναι η νέα χυτή βάση αλουμινίου με ρυθμιζόμενα ποδαράκια. Τίποτα δεν ξεπερνά μια καλή ρυθμιζόμενη βάση ηχείων! Συνολικά, τα T66 μοιάζουν εξωτερικά με κάθε μεγάλο μοντέλο της GoldenEar, αλλά έχουν υποστεί τόσες πολλές εσωτερικές αλλαγές που δεν έρχονται ακριβώς .. .ως ένα ακόμη κλασικό σειράς Triton.
Αφήνοντας στην άκρη τις ονοματολογίες και τις ιδιοκτησιακές αλλαγές, είναι αδύνατο να αναφερθεί κανείς στα νέα δαπέδου T66 χωρίς να εστιάσει στον ενσωματωμένο, ενεργό, 500 Watt, DSP-ελεγχόμενο ενισχυτή! Αυτός τροφοδοτεί δύο ενεργά subwoofers με ορθογώνια σχεδίαση—το ένα τοποθετημένο περίπου στη μέση της καμπίνας και το άλλο προς το κάτω μέρος—καθώς και δύο μεγάλους παθητικούς [Quadratic Planar Back-Wave-Driven] ακτινοβολητές στις πλαϊνές πλευρές. Αυτό σημαίνει πως το ηχείο έχει τεράστιες δυνατότητες στις πολύ χαμηλές συχνότητες, γι' αυτό και χρειάζεται επιπλέον δύο πρίζες ανα ζεύγος στο πολύπριζο σας. Το πρόβλημα των χαμηλών συχνοτήτων πρακτικά εδώ δεν υπάρχει. Κάποιοι από εσάς που διαβάζετε αυτή την κριτική πιθανότατα μετακινείτε στο πάτωμα το υπάρχον υπογούφερ σας, προσπαθώντας να βρείτε μια ιδανική θέση, ενώ αυτό σας… χλευάζει. Στο μυαλό μου, δεν υπάρχει τίποτα πιο διασκεδαστικό από έναν audiophile που κυριολεκτικά υποτάσσεται στο σύστημά του, εκτελώντας ένα τελετουργικό που μπορεί ή μπορεί και να μη δουλέψει. (Δεν με νοιάζει ποια είναι η άποψή σας γι’ αυτό, οπότε παρακαλώ σταματήστε να γράφετε τυχόν σχόλια θυμού προς τον εκδότη.) Το λεγόμενο στον χώρο μας "sub crawl" είναι ένας ακραίος τρόπος να λύσει κανείς το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλοί ακροατές: το πώς δηλαδή θα βρουν τη σωστή θέση για το subwoofer τους ώστε να ενσωματώνεται σωστά στην ακουστική του δωματίου. Αυτό μπορεί να γίνει εξαιρετικά εκνευριστικό, καθώς οι περισσότεροι δεν έχουν άπειρο ελεύθερο χώρο και απλά τοποθετούν το subwoofer όπου βολεύει—και σπάνια είναι η ιδανική θέση.
Τα T66s δίνουν μια πολύ πιο πρακτική λύση: τοποθετούν τα ενεργά subwoofers απευθείας μέσα στις καμπίνες των ηχείων, εξαλείφοντας εντελώς τα προβλήματα τοποθέτησης. Η ενσωμάτωση των subwoofers στα ηχεία είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της GoldenEar και πάντα το θαύμαζα. Μάλιστα, το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό. Θα ρισκάρω να χαλάσω την υπόλοιπη κριτική λέγοντας από τώρα πως το μπάσο ακούγεται φανταστικό: ομαλό, ισορροπημένο, στιβαρό, χωρίς χαλαρότητα. Ακόμα και σε χαμηλές στάθμες, η φυσική παρουσία του ήχου στις χαμηλές συχνότητες είναι πάντοτε αισθητή, χάρη στον ενεργό ενισχυτή. Ωστόσο, όταν τα έστησα στον χώρο μου για πρώτη φορά, κάτι έδειχνε εντελώς λάθος. Έβαλα να παίξει μια ηχογράφηση του Rudy Van Gelder από την Blue Note, με τα ντραμς στο δεξί κανάλι, και ακούγονταν τεράστια. Υπερβολικά.. τεράστια ! Γιατί το μπάσο ακουγόταν τόσο διογκωμένο και δυσανάλογο; Σκέφτηκα τη θέση, σκέφτηκα την ακουστική του δωματίου και τελικά, μετά από μερικούς δίσκους, μου ήρθε η ιδέα να ελέγξω το ρυθμιστικό της έντασης των sub στο πίσω μέρος. Και να το, γυρισμένο τέρμα πάνω μόνο στο ένα κανάλι! Το επανέφερα στη μέση και όλα μπήκαν στη θέση τους. Ως ένας άνθρωπος χωρίς εγωισμό, είμαι έτοιμος να παραδεχτώ το λάθος μου, ώστε κι εσείς να αποφύγετε την ίδια γκάφα. Αλλά και για να δείξω πόσο αποτελεσματική αλλά και ευαίσθητη μπορεί να είναι η ρύθμιση των χαμηλών συχνοτήτων. Η δυνατότητα παραμετροποίησης έχει διπλή όψη: περισσότερες επιλογές σημαίνει περισσότερες πιθανότητες να κάνεις λάθος, αλλά κυρίως περισσότερες ευκαιρίες να ρυθμίσεις τον ήχο όπως σου αρέσει. Θέλεις να τρομάξεις μικρά παιδιά; Γύρνα το τέρμα. Θέλεις, ξέρω γω, να σταματήσεις τα μισογεμάτα ποτήρια σου από το να τρέμουν; Κατέβασέ το λίγο. Οι ρυθμίσεις 'ακούνε' και έχουν διαβαθμίσεις, αυτό είναι υπέροχο !
Ώρα για ακρόαση, αλλά πρώτα, μια εξομολόγηση. Είμαι πολύ εξοικειωμένος με τον ήχο της GoldenEar. Χρησιμοποιούσα ένα ζευγάρι Triton Three+ στο δωμάτιο ακρόασής μου για αρκετό καιρό, και παρόλο που έχουν πια βρει νέο σπίτι, ο ήχος τους είναι χαραγμένος στη μνήμη μου. Δεν θα τα συγκρίνω άμεσα με τα T66s—αυτό θα ήταν απλώς μια εικασία—αλλά αξίζει να σημειωθεί ότι έχω ακούσει μια εκδοχή αυτού του σχεδιασμού στο παρελθόν και νιώθω αρκετά άνετα μαζί τους.
Με αυτά κατά νου, ξεκίνησα με λίγο Idles. Το κομμάτι “Never Fight a Man with a Perm” είναι ένας ωμός ηχητικός οδοστρωτήρας, με ένα ασταμάτητο backbeat και μια κιθάρα που γρυλίζει. Το τραγούδι είναι ουσιαστικά φωνές που καταλήγουν σαν κραυγές, και είναι στην πραγματικότητα υπέροχο. Τα T66s έκαναν εξαιρετική δουλειά στο να κρατήσουν αυτόν τον ασταμάτητο ρυθμό στο επίκεντρο και όταν το ρεφρέν μπήκε με τις κιθάρες να χτυπούν δυνατά, ο ήχος ήταν πιο γιγαντιαίος απ’ όσο χρειαζόταν—με την καλή έννοια. Το μπάσο είναι βασικό στοιχείο αυτού του κομματιού· οι χαμηλές συχνότητες κρατούν τη σύνθεση ζωντανή και εξασφαλίζουν ότι δεν θα ακούγεται ποτέ άδειο ή ψυχρό το ηχογράφημα. Τα T66s έχουν από τα πιο σφιχτά και ικανοποιητικά μπάσα που έχω ακούσει εδώ και καιρό. Ακόμα και χωρίς να ανεβάσω την ένταση, η μπότα είχε όγκο και φυσική παρουσία—πάντα εκεί, χωρίς να γίνεται υπερβολική. Τα πιατίνια έλαμπαν, τα μεσαία ήταν κλειδωμένα στη θέση τους, αλλά οι χαμηλές τελικά με κέρδισαν από την αρχή.
Επόμενο κομμάτι: κάτι πιο ρυθμικά απαιτητικό. Το “I Want You” του Marvin Gaye από το ομώνυμο άλμπουμ του είναι ένα υποτιμημένο διαμαντάκι της disco/soul. Η στερεοφωνική εικόνα ήταν τεράστια μέσα από τα T66s, με τα έγχορδα να εκρήγνυνται αριστερά, την κιθάρα στα δεξιά να εκτείνεται πέρα από το αναμενόμενο φυσικό όριο, ενώ η φωνή του Gaye περιπλανιόταν φαντασμαγορικά και αιθέρια. Μετά έπεσε το beat, και το αποτέλεσμα το χαρακτηρίζω σαν ανοικτό μεταξένιο παράδεισο. Τα T66s διαχειρίστηκαν άψογα αυτή την περίπλοκη σύνθεση, διατηρώντας τον ρυθμό σταθερό ενώ η κιθάρα στα ψηλά 'γκρίνιαζε' και τα έγχορδα ηχούσαν γεμάτα και πλούσια. Αλλά, όπως πάντα, ήταν αυτή η φωνή που έκανε τη διαφορά—αντηχούσε σαν να είχε ύψος τρία μέτρα, μεγαλύτερη από το δωμάτιό μου, σαν ο Marvin Gaye να ξεκίναγε από τη στέγη μου για να τραγουδήσει μερικές γραμμές στίχους.
Τα T66s έμοιαζαν να ευδοκιμούν σε τέτοιες συνθήκες—με μουσική που σε προκαλεί να την ανεβάσεις, να την παίξεις δυνατά, να ακουστεί μεγάλη. Μόλις ξεπέρασα τη μαγεία των χαμηλών συχνοτήτων, παρατήρησα όλο το φάσμα. Τα μεσαία ήταν απροσδόκητα πλούσια, θερμά και απλά υπέροχα, ενώ τα ανώτερα πρίμα κάποιες φορές έδειχναν να χάνονταν λίγο στη μίξη. Δεν είμαι απολύτως βέβαιος ότι αυτό ήταν θέμα των T66s. Συνολικά, τα ηχεία αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ανεκτικά και απέδιδαν εξαιρετικά με κάθε είδος μουσικής που τους έριξα.
Έπρεπε να βγάλω μερικούς δίσκους βινυλίου για να αποδείξω τη θεωρία μου ότι "το μεγαλύτερο είναι και καλύτερο" με τα T66s. Πρόσφατα πήρα ένα αντίτυπο του Nowhere των Ride και ανέβασα την ένταση σε επίπεδα ελαφρώς δυσάρεστα για πολλούς. Το Nowhere είναι ένα εξαιρετικό άλμπουμ για να αποδείξει το point μου, και το δεύτερο κομμάτι, “Kaleidoscope”, ήταν το τέλειο πεδίο δοκιμών. Ο "τοίχος" από παραμορφωμένες κιθάρες δημιούργησε μια τεράστια, κυματώδη στερεοφωνική εικόνα, ενώ τα δυνατά τύμπανα είχαν υπέροχο ρυθμό και σώμα, από τις χαμηλότερες συχνότητες μέχρι τα πιατίνια. Παράλληλα, τα φωνητικά των Ride ήταν γενικά πολύ καθαρά και μελωδικά, τραγουδισμένα σχεδόν σε falsetto. Αυτή η διαύγεια συνδυάστηκε όμορφα με τις τραχιές, 'άγριες' κιθάρες, και τα T66s έδεσαν τα πάντα σε μια πραγματικά απολαυστική εμπειρία. Μέγεθος, σώματα και αντιθέσεις φαίνεται να είναι οι σπεσιαλιτέ των T66s, ειδικά στα ανώτερα μεσαία, κάτι που με εξέπληξε. Περίμενα να εντυπωσιαστώ από το μπάσο, ήξερα ότι θα μου άρεσαν τα μεσαία και τα πρίμα, αλλά το πλήρες φάσμα του ήχου ήταν απόλυτα ισορροπημένο και καθαρό.
Για να κλείσω, έβαλα το Jazz at Oberlin του Dave Brubeck Quartet. Ο δίσκος ανοίγει με το “These Foolish Things” και η ποιότητα ηχογράφησης για live άλμπουμ είναι εντυπωσιακά καλή. Ήταν ένα αργό κομμάτι, με τον Paul Desmond να παίζει ένα γρήγορο αλλά μελωδικό σόλο στο σαξόφωνο, πάνω από ένα απαλό πιάνο και διακριτικά τύμπανα. Τα T66s αναπαρήγαγαν το σαξόφωνο με εξαιρετική καθαρότητα, χωρίς να πνίγουν το πιάνο, τα τύμπανα ή το μπάσο στο παρασκήνιο. Ένιωσα ότι το σόλο του Brubeck ακουγόταν εξαιρετικά ισορροπημένο, η καθαρότητα του μεσαίου φάσματος ήταν άψογη και η στερεοφωνική εικόνα παρέμεινε ανοιτκή αλλά συνάμα συνεκτική. Θα έλεγα ότι τα T66s λάμπουν με μουσική που εκμεταλλεύεται το πλήρες ηχητικό τους φάσμα και τη μεγάλη τους ικανότητα παρουσίας ευρείας σκηνής, αλλά ακόμα και με ένα μικρό live jazz κουαρτέτο αποδίδουν φανταστικά. Δοκίμασα πολλά jazz άλμπουμ κατά τη διάρκεια των δοκιμών μου και συνεχώς ήθελα να ακούσω περισσότερα—συνήθως σε πιο δυνατή ένταση. Όχι επειδή δεν αποδίδουν καλά σε χαμηλές στάθμες—το αντίθετο, είναι υπέροχα ακόμα και σε χαμηλό volume και τα είχα να παίζουν σχεδόν συνέχεια στο παρασκήνιο όσο δούλευα. Aλλά όταν τα σπρώχνεις σε εντάσεις, το αποτέλεσμα είναι μαγευτικό. Τα πάντα ακούγονται μεγάλα και δυναμικά, ακόμα και σε ένα live άλμπουμ jazz κουαρτέτου.
Τα T66s απέδωσαν αυτό που περίμενα, ότι καλύτερο. Υπήρχαν μερικές εκπλήξεις, κάποιες προφανείς ηχητικές βελτιώσεις και μερικά εθιστικά καλούδια που ανεβάζουν την 'ποιότητα ζωής' των audiophiles, όπως τα ρυθμιζόμενα πόδια - βάσεις που είναι απλά φανταστικά. Ως το πρώτο μοντέλο δαπέδου υπό τη νέα ιδιοκτησία, τα GoldenEar T66s αποτελούν μια άριστη νέα προσθήκη στη γκάμα του κατασκευαστή. Είναι κομψά, ακούγονται καταπληκτικά, ταιριάζουν σχεδόν σε κάθε περιβάλλον και εξαλείφουν την ανάγκη για επιπλέον ενεργό subwoofer, καθιστώντας τα μια εύκολη σύσταση. Απόλαυσα κάθε στιγμή μαζί τους και σας προτείνω ανεπιφύλακτα να τα αναζητήσετε.
Προδιαγραφές & Τιμή
- Μονάδες Ηχείων (ανα ζεύγος): Παθητικοί ακτινοβολητές 8″ x 12″ (x2), υπογούφερ 5″ x 9″ (x2), μεσαίων-χαμηλών 4.5″ (x2), τουίτερ AMT ribbon
- Ευαισθησία: 91dB (2.83V/1m)
- Απόκριση συχνότητας: 29Hz–25kHz (τυπική)
- Ονομαστική αντίσταση: 4 ohms
- Συνιστώμενη ενίσχυση: 20–500W ανά κανάλι
- Ενσωματωμένη ενίσχυση υπογούφερ: 1000W peak / 500W RMS, με έλεγχο DSP
- Διαστάσεις: 7.5″ x 48.8″ x 14.75″ ίντσες (με βάση, χωρίς ακίδες)
- Βάρος: 60 lbs (27.2 κιλά) το καθένα
Validate your login