JBL TT350 Classic Πικάπ [Δοκιμή: Positive Feedback]

JBL TT350 Classic Πικάπ [Δοκιμή: Positive Feedback]

JBL TT350 Classic Πικάπ

[ Δοκιμή: Positive Feedback , 01/03/2024 | Issue 132 ]

 

Yπάρχουν στις μέρες μας περισσότερα νέα πικάπ από ποτέ άλλοτε ώστε να επιλέξει κανείς, μερικές καλές ή και κακές συνολικά προτάσεις. Να ένα ακόμη ανάμεσά τους. Στην δική μας πραγματικότητα, αυτός είναι και ο λόγος που εμφανίζονται πολλές κριτικές στους καιρούς μας, και ποιος μπορεί να κατηγορήσει τους καημένους τους αρθρογράφους για αυτό; Με τόσες πολλές μάρκες κατασκευαστών (συναφείς με τον ήχο) που είτε εισέρχονται στην αγορά πικάπ για πρώτη φορά είτε επιστρέφουν σε αυτήν μετά από δεκαετίες, η πληθώρα προϊόντων είναι υπερβολική για να την παρακολουθήσει κανείς. Παρ' όλα αυτά, το direct-drive πικάπ TT350 Classic της JBL κατάφερε να ξεχωρίσει και να τραβήξει την προσοχή μου. Ίσως επειδή, ενώ έψαχνα για μεγάλα ηχεία από την Harbeth και Spendor πριν μερικά χρόνια, κατέληξα να αγοράσω τελικά ένα ζευγάρι ηχείων L100 Classic της εταιρείας JBL. Είναι εξαιρετικά, τα λατρεύω και ως επιπλέον πλεονέκτημα, κόστισαν περίπου $10,000 λιγότερο από τα μεγάλα βρετανικά ηχεία! Σίγουρα, φαίνονται ρετρό, αλλά επίσης σίγουρο το ότι δεν ακούγονται έτσι. Αν η JBL μπορεί να προσφέρει κάτι τέτοιο, ίσως μπορεί να διαθέσει και παρόμοια μαγεία με τα συνοδά της.

Παρόλα αυτά, το παραδέχομαι, δεν ήμουν σίγουρος τι να κάνω, τι να γράψω με το πικάπ TT350. Κλίνει περισσότερο προς ένα plug-n-play προϊόν "lifestyle" ή ένα entry-level πικάπ για audiophiles; Επιφανειακά, πετυχαίνει το κομμάτι του lifestyle, με όμορφη επένδυση καπλαμά καρυδιάς (γνήσια, λέει η JBL) και μια αίσθηση χρυσής εποχής που φέρνει στον νου την περιόδο ρετρό ονειρικών μοντέλων Yamaha και ενός Linn της δεκαετίας του 1970, διαθέτονας μέχρι και τον S-σχήματος βραχίονα της Yamaha μαζί και το σκουρόχρωμο κάλυμμα σκόνης του Linn Sondek. Προσωπικά είμαι ενθουσιασμένος που οι κατασκευαστές λαμβάνουν υπόψη και την εμφάνιση μετά από χρόνια προώθησης απλών μαύρων κουτιών. Γιατί λοιπόν να επιλέξετε να κοιτάτε κάτι άχαρο, μέρα με τη μέρα;

Η εμφάνιση, σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να είναι παραπλανητική. Το TT350 συγκαταλέγεται λιγότερο ανάμεσα σε αυτά της "εκμετάλλευσης του lifestyle" και περισσότερο στα όσα entry-level πικάπ για audiophiles. Του λείπουν όλα τα άλλα επιπρόσθετα χαρακτηριστικά "τύπου lifestyle" που έχουν εμφανιστεί πρόσφατα. Αυτόματη λειτουργία; Όχι, αυτό είναι πλήρως χειροκίνητο, όπως ένα πικάπ της VPI. USB; Bluetooth; Ενσωματωμένο προενισχυτή phono; Όχι, όχι, και πάλι όχι. Χρησιμοποιεί ακόμα και ένα χοντρό αποσπώμενο καλώδιο ρεύματος αντί για τον πολύ πιο κοινό τύπο τροφοδοτικού τοίχου. Αυτό συμβαίνει επειδή το TT350 είναι άμεσης κίνησης (direct-drive), απαιτώντας μια ισχυρή εσωτερική πηγή ενέργειας, σε αντίθεση με τη φθηνότερη και ευκολότερη στην εφαρμογή κίνηση με ιμάντα/τροφοδοτικό τοίχου που χρησιμοποιούν τα περισσότερα πικάπ της κατηγορίας "lifestyle". Όλα αυτά τα θεωρώ καλά πράγματα, κατά την άποψή μου.

Ωστόσο, μόλις τελικά έπιασα στα χέρια μου ένα, οι αρχικές εντυπώσεις ήταν μικτές. Η JBL με ενθουσίασε κατά το ξεπακετάρισμα, για να με απογοητεύσει έπειτα με ένα εγχειρίδιο χρήστη προσανατολισμένο στο πλήθος που βλέπει το βινύλιο ως μόδα. Για παράδειγμα, τα διαφημιστικά φυλλάδια υπόσχονται ρύθμιση VTA του βραχίονα, αλλά δεν υπάρχει εξήγηση για το πώς να την εκμεταλλευτείς , πως να την πράξεις. Πουθενά στο εγχειρίδιο. Το αποσπώμενο headshell κεφαλής τύπου universal διευκολύνει σχετικά τις αναβαθμίσεις (ευκολότερες αλλαγές κεφαλής), αλλά δεν προσφέρεται καμία συμβουλή και γι' αυτό, ούτε παρέχεται πρότυπο ευθυγράμμισης της κεφαλής, πόσο μάλλον δεδομένα για την υπερκρέμαση (το λεγόμενο overhang) αλλά και τη μάζα (effective mass) του S βραχίονα. (Περισσότερα γι' αυτό αργότερα.) Τα πόδια στήριξης του πικάπ ρυθμίζονται σε ύψος, αλλά και πάλι, δεν θα το γνώριζες αφού δεν υπάρχει καμία αναφορά στη χρήση τους εντός οδηγιών, για τον σκοπό της επιπέδωσης. Αυτές είναι σίγουρα σημαντικές λεπτομέρειες. Mπορείς να πεις εδώ "γι' αυτά είναι ο πωλητής σου," αλλά έλα τώρα, πολλοί άνθρωποι προφανώς θα παραγγείλουν ένα online από κάποιο web-store.

Αν και το εγχειρίδιο μπορεί να είναι απογοητευτικό, το ίδιο το προϊόν είναι αρκετά αξιόπιστο. Η JBL 'έπαιξε' εκ του ασφαλούς και αυτή η προσέγγιση απέδωσε. Δεν υπάρχει τίποτα καινοτόμο εδώ, απλά ένας έξυπνος σχεδιασμός όπου κάθε βασικό μέρος είναι καλύτερο από ό,τι χρειάζεται να είναι. Το ψηλό, βαρύ πλατό για παράδειγμα, είναι άψογα κατασκευασμένο, χωρίς ταλαντεύσεις και με καλή την προσέγγιση απόσβεσης. Από την κάτω του πλευρά φέρει για αντικραδασμικό λόγο υλικό που μοιάζει με καουτσούκ. Κάθεται πάνω σε μια βάση-πλαίσιο από παχύ MDF. Δεν υπάρχει ανιχνεύσιμη χαλαρότητα στα ρουλεμάν του βραχίονα, που χρησιμοποιούν μέταλλο στα πιο σημαντικά σημεία αντί για πλαστικό. Και αυτά τα στηβαρά πόδια στήριξης δεν είναι εκεί μόνο για την εμφάνιση, κάνουν πραγματικά αποτελεσματική δουλειά στην απομόνωση του πικάπ. Αν αυτά για τον κατασκευαστή αποτελούν 'κοσμήματα' ήχου για χίπστερς, η JBL θα μπορούσε εύκολα να αυξήσει το περιθώριο κέρδους της μειώνοντας την ποιότητα των μερών που συνθέτουν το πικάπ ενώ θα διατηρούσε παρόμοια εμφάνιση, αλλά δεν το έκανε. Αυτό δείχνει ακεραιότητα.

Συνέκρινα το JBL TT350 των 1.150 € με το Technics SL-100C των 1.049 € επειδή και τα δύο αποτελούν κομψές αναδρομές στη δεκαετία του '70, και τα δύο είναι άμεσης κίνησης, με βραχίονες σχήματος S που χρησιμοποιούν αποσπώμενα headshells, ακόμη και κεφαλές από την ίδια σειρά της Audio-Technica. Κανένα από τα δύο μοντέλα, φυσικά, δεν έχει ενσωματωμένο προενισχυτή phono. Σε αυτό το τελευταίο σημείο, συμφωνώ με τους σχεδιαστές τους. Αυτά είναι πικάπ που απευθύνονται σε ιδιοκτήτες όπου θα επιθυμούν κάτι καλύτερο από έναν ενσωματωμένο προενισχυτή. Με μόνο 100 € διαφορά στην τιμή, το Technics δίνει την αίσθηση μιας πιο κομψής κατασκευής, ειδικά με έναν βραχίονα που μοιάζει περισσότερο με νυστέρι χειρουργού παρά με μαχαίρι κουζίνας όπως της JBL. Θα νόμιζε κανείς ότι το αποτέλεσμα θα ήταν προφανές: το Technics κερδίζει χωρίς αμφιβολία. Η πραγματικότητα τελικά είναι λιγότερο προφανής.

Βγάζοντας το TT350 από το κουτί και χρησιμοποιώντας την εργοστασιακά τοποθετημένη κεφαλή της Audio-Technica AT-VM95E αξίας (59 ευρώ), το JBL TT350 αποπνέει θετικά τη υποψηφιότητα για καλύτερο ήχο. (Οι πρώτες εικόνες της JBL το έδειχναν εξοπλισμένο με μια πιο ακριβή Ortofon 2M, μεταμφιεσμένη με ταινία κάλυψης, που προφανώς ακυρώθηκε.) Ακόμα και με αυτή την ευχάριστη αλλά βασική-εισαγωγική κεφαλή, το κομψό εξωτερικά TT350 αποκαλύπτει κρυφά βάθη, αποδεικνύοντας ότι είναι ήσυχο, σταθερό και δυναμικό, ώστε οι μουσικές νότες να έχουν την αναμφισβήτητη ικανότητα να προκαλούν έκπληξη και ευχαρίστηση. Οι μεσαίες συχνότητες ήταν πυγμαίες και συναρπαστικές, αλλά όχι υπερβολικά τονισμένες. Λιγότερο μπροστά συνολικά, αλλά σε καμία περίπτωση μονοδιάστατες. Οι λεπτές αποχρώσεις των μουσικών οργάνων δεν χάνονται, απλά δεν είναι απαραίτητα το σημείο που εστιάζεται η προσοχή σας. Εκτός από επιμέρους θέματα γούστου, δεν υπήρχε τίποτα να αποδοκιμάσει κανείς έντονα από πλευράς ποιότητας ήχου.

Ήθελα να δοκιμάσω και μερικές άλλες κεφαλές αναζητώντας πιο λεπτή αρθρώση και ανάλυση. Δυστυχώς, όπως αναμενόταν, το εγχειρίδιο δεν αναφέρει τίποτα για την προεξοχή (overhang) του βραχίονα. Ωστόσο, διαπίστωσα ότι η περιλαμβανόμενη κεφαλή είναι εγκατεστημένη με τη βελόνα τοποθετημένη ακριβώς στα 52 χιλιοστά από το κολάρο του headshell, το ίδιο όπως με τα Technics. Αυτό έχει νόημα για έναν βραχίονα σχήματος S που χρησιμοποιεί φαινομενικά παρόμοια γεωμετρία. Θα μπορούσε κανείς να εμπιστευτεί αυτή την μέτρηση; Για να το διαπιστώσω, ξεκίνησα μία από αυτές τις διαδικτυακές συνομιλίες με την εξυπηρέτηση πελατών της JBL... που ξέρεις εκ των προτέρων ότι δεν θα οδηγήσει πουθενά, και αυτό ακριβώς έγινε !

Αλλά περιμένετε. Γρήγορα έλαβα ένα επακόλουθο email από εξειδικευμένο αντιπρόσωπο υποστήριξης της Luxury Audio Group - Harman (JBL Synthesis, Revel, Mark Levinson) που επιβεβαίωσε ότι τα 52 χιλιοστά είναι η προβλεπόμενη απόσταση. Αυτό μεταφράζεται σε μία προεξοχή (overhang) 15 χιλιοστών, που οδηγεί σε ευθυγράμμιση τύπου Stevenson. Και αυτό σημαίνει ότι ένας 'μπούσουλας' overhand της Technics θα κάνει τη δουλειά, αν και οποιοσδήποτε εργαλεία και χάρακες, protracktors ή καλιμπέρ που μπορεί να μετρήσει με ακρίβεια στα 52 χιλιοστά θα επιτύχει το ίδιο. Αν θέλετε ευθυγράμμιση κεφαλής τύπου Baerwald ή Lofgren, θα χρειαστεί να βρείτε διαφορετική μέθοδο, αλλά γιατί να μπείτε σε αυτόν τον κόπο όταν ο κατασκευαστής σχεδίασε τον βραχίονα για κάτι άλλο; Δοκίμασα μερικά από τα άλλα εργαλεία μου και δεν μπόρεσα να ακούσω κάποια σημαντική διαφορά.

Το βίδωμα και ξεβίδωμα του headshell για την τοποθέτηση διαφορετικών κεφαλών διαπιστώθηκε αρχικά κάπως τραχύ, και μετά από μερικές αλλαγές, μια ελάχιστα ορατή σκόνη από μεταλλικά ρινίσματα είχε συσσωρευτεί κάτω από τον σύνδεσμο μπαγιονέτ του βραχίονα. Αυτό σύντομα υποχώρησε, οδηγώντας με να πιστέψω ότι ο βραχίονας είχε απλώς μερικές υπολειμματικές τραχιές άκρες από τη διαδικασία κατασκευής, κάτι που έχω βιώσει και σε πιο ακριβούς, οπότε δεν είναι κάτι σημαντικό. Ίσως η σκέψη τους ήταν ότι οι περισσότεροι πελάτες θα εγκαταστήσουν την κεφαλή που παρέχεται μαζί μόνο μία φορά, οπότε γιατί να ξοδέψουν επιπλέον προσπάθεια για μια τέλεια κατεργασία;

Η ρύθμιση του VTA, από την άλλη πλευρά, ήταν πρόβλημα και παιχνίδι εικασιών μαζί. Χωρίς εξήγηση στο εγχειρίδιο, εντόπισα μια βίδα με κεφαλή Allen που πράγματι χαλάρωνε την άνω συναρμολόγηση του βραχίονα, επιτρέποντάς μας την ανύψωση (ευρύτερα ρύθμιση) στο σύνολό της και μετά με την ίδια να τον κλειδώσουμε στη θέση του. (Στη φωτογραφία παρακάτω, θα δείτε τη βίδα και επίσης μια ραφή όπου το ασημί επάνω τμήμα χωρίζεται από μια μαύρη βάση.) Θεωρούμε το σημείο αυτό 'ακατέργαστο' σε σύγκριση με τη λεία, ακριβή ρύθμιση βραχίονα της Technics που περιλαμβάνει ακόμη και δείκτες για να μπορείτε να επανεξετάζετε τις ίδιες ρυθμίσεις γρήγορα μετά την αλλαγή των κεφαλών. Επιπλέον, η χαμηλότερη θέση του βραχίονα φαίνεται να είναι η σταθερή για την συγκεκριμένη κεφαλή και του ύψους του μάτ πλατό που περιλαμβάνεται. Δεν κατεβαίνει παρακάτω, μόνο ανυψώνεται. Υποθέτω ότι αυτό έχει νόημα για ευκολία στη αρχική συναρμολόγηση· διαφορετικά, κάθε βραχίονας θα έπρεπε πιθανώς να κατασκευαστεί και στη συνέχεια να ρυθμιστεί χειροκίνητα χρησιμοποιώντας ένα ειδικά αναπτυγμένο εργαλείο, με στόχο το σωστό ύψος από το εργοστάσιο. Από την άλλη πλευρά, το κομμάτι που χωρίζει το ασημί πάνω και το μαύρο κάτω μέρος της συναρμολόγησης είναι ένα υπόστρωμα που έχει σχεδιαστεί για να αφαιρείται, επιτρέποντας στον βραχίονα να χαμηλώσει ή μήπως είναι για τον έλεγχο των κραδασμών, ή τελικά απλά μια φλάντζα; Δεν γνωρίζω και δεν ρισκάρω να προκαλέσω ζημιά για να το ανακαλύψω.

Δοκιμάζοντας μερικούς άλλους συνδυασμούς κεφαλών & headshells με διαφορετικά ματ πλατό (τα λεγόμενα και ως χαλάκια πλατό) διαφορετικού πάχους, μερικές φορές οι κεφαλές βρέθηκαν να 'κάθονται' ελαφρώς προς τα πάνω, οπότε η δυνατότητα ανύψωσης του βραχίονα σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν χωρίς αξία. Το περιλαμβανόμενο ματ είναι ήδη αρκετά λεπτό, οπότε η ρύθμιση του VTA με αυτό είναι εφικτή και ευκολότερη. Τελικά, βρήκα τη ρύθμιση του VTA να είναι μια καλοπροαίρετη εφαρμογή στο συγκεκριμένο μοντέλο αλλά μάλλον άχρηστη, και έτσι προχώρησα παίζοντας με τα ματ χαλάκια, headshells και κεφαλές που, με λίγη δοκιμή και μερικά λάθη, έφερναν τον βραχίονα παράλληλο με την επιφάνεια του δίσκου. Δεν θέλω να επιμείνω σε αυτό το σημείο πάρα πολύ, αφού υπάρχουν πικάπ που κοστίζουν περισσότερο από αυτό και δεν προσφέρουν καθόλου ρύθμιση VTA.

Μιλώντας για ματ χαλάκια, το τυπικό ματ είναι εντάξει, αν και πιθανότατα επιλέχθηκε περισσότερο για να μιμείται την αισθητική των vintage πικάπ παρά για οτιδήποτε άλλο. Ένα Herbie's Way Excellent II Turntable Mat θα ήταν καλύτερο, αν και η βελτίωση στον ήχο σημειώθηκε λιγότερο δραματική από ό,τι περίμενα. Τα πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα (για μένα) τα πήρα από ένα χαλάκι ματ από τσόχα, που παρείχε τον βελτιωμένο συνολικά ήχο, με καλύτερη αίσθηση του αέρα και της προβολής της μουσικής εικόνας. Αυτό μου λέει ότι το πλατό του JBL είναι βαρύ και προσφέρει καλή απόσβεση, ώστε να μην χρειάζεται μια επιπλέον 'φανταχτερή' επιμέλεια για να αντισταθμίσει τις οποιεσδήποτε εμφανείς ελλείψεις. Είχα παρόμοια αποτελέσματα με το Linn LP12 μου, όπου μετά από μάταιες προσπάθειες εναλλαγής ματ από τσόχα σε αφρό, σε sorbothane, σε φελλό τελικά επέστρεψα εκεί από όπου ξεκίνησα, με το εργοστασιακό χαλάκι ματ του Linn ! Η JBL ξανά, δεν έκανε οικονομία εκεί που μετράει.Τελικά ενώ αυτά όλα μπορεί να φαίνονται σαν μια λίστα ενοχλητικών ιδιοτροπιών, ισχύουν πραγματικά μόνο για όσους σκοπεύουν να τροποποιούν συνεχώς το TT350. Ακόμα κι έτσι, τέτοιες δοκιμές καταλήγουν να αναλύουν κάτι το περισσότερο από ένα εγχειρίδιο χρήστη, που αποφεύγει να μπερδεύει τους κατόχους με πάρα πολλές πληροφορίες. Αν με όσα γράφω ακούγομαι υπερβολικά συγχωρητικός, οφείλεται επειδή το TT350 είναι κατά τα άλλα ένα πολύ ελκυστικό πικάπ (ακόμα περισσότερο αν σας αρέσει και η εμφάνισή του), απόλυτα ικανό να ανταγωνιστεί τους 'συνηθισμένους υπόπτους' και πιθανώς να υπερβεί αρκετούς από αυτούς. Κάθε ενημερωμένος πωλητής θα καθοδηγήσει όσους πιθανούς αγοραστές μέσα από αυτούς τους σχετικά μικρούς προβληματισμούς, οπότε αγοράστε από έναν τέτοιο έμπορο. Βρήκα και αρκετά καταστήματα που τα πωλούν διαδικτυακά και μπορούν να τα ρυθμίσουν σωστά, με την επιλογή μιας κεφαλής του αγοραστή και καλές συμβουλές για αναβαθμίσεις.

Γυρνώντας στην ακρόαση. Το Technics είναι ένα εξαιρετικό προϊόν για την τιμή του, προσφέροντας μια κομψή, σοφιστικέ απόδοση πέρα από το κόστος του, αποδίδοντας από τις καλύτερες μουσικές σκηνές σε βάθος και ανάλυση, συχνοτικό εύρος και επίπεδα που προσφέρουν τα πιο ακριβά πικάπ. Με την πάροδο του χρόνου, το SL-100C (όπως και το 1200MK7) μου έχει αποκαλύψει έναν διακριτικά αποστασιοποιημένο χαρακτήρα, επικεντρωμένο περισσότερο στην ακρίβεια παρά στην αναλογική άνεση, με κάποιες κεφαλές και προενισχυτές phono. Η JBL δεν κινείται έτσι, και αυτό είναι καλό. Αντιμετωπίζει άμεσα το Technics με άποψη καθαρότερης αναλογικής απόλαυσης με την πιο ζωντανή παρουσία της μουσικής.

Tο JBL TT350 διαθέτει στιλ. Δεν σου αρέσει; "Φίλα μας τον γνήσιο καπλαμά καρυδιάς, φίλε μου"! Προσφέρει έναν ευρύ, πλούσιο ηχοχρωματικά και δυναμικό ήχο με εντυπωσιακή λεπτομέρεια. Είναι εξαιρετικά διασκεδαστικό, ποτέ θορυβώδες ή υπερβολικό, απλά έχει αυτοπεποίθηση. (Αν είσαι από αυτούς που ρυθμίζουν τη λειτουργία εικόνας της τηλεόρασής τους σε Ζωντανή ή για Αθλητικά αντί για Κανονική ή Ταινία, τότε το TT350 είναι για σένα.)

Ο direct-drive κινητήρας που κινεί το πραγματικά βαρύ πλατό, μας μεταφέρει τη μουσική με δυναμισμό. Κάνει τα δάχτυλα να χτυπούν ρυθμικά, όχι άχρονα ως από έναν βρετανικό ιμάντα κίνησης, χωρίς πάλι να ακούγεται με μετρονομικό τρόπο που θα μπορούσε να εισάγει μια υπερβολική αίσθηση αποστασιοποίησης. Χρησιμοποιώντας τα αυτιά μου, βοηθούμενα από δύο από αυτές τις μη 'επιστημονικές' εφαρμογές μέτρησης πλατό για iPhone, το πικάπ έτρεχε στις σωστές ταχύτητες και παρουσίαζε πολύ χαμηλό wow και flutter. Ως εκ τούτου, το TT350 ήταν ώριμο στην τονικότητα και άνετα το χαρακτηρίζω ως ικανό, ακούγοντας το με κριτήρια της κατηγορίας των 1000 ευρώ που ανήκει. Κανένα πρόβλημα.

Έκανε μια καλή προσπάθεια στην απόδοση κάθε λεπτής υφής των ηχογραφημάτων, αλλά πραγματικά έλαμψε στην ικανότητά του να ξεχωρίζει τα διαφορετικά στοιχεία κάθε μίξης, από ποπ σε ροκ και κλασική. Επιπλέον, η μουσική συνήθως αποδιδόταν ως ενιαία, χωρίς την αίσθηση, για παράδειγμα, ότι η εντυπωσιακή απόκριση των μπάσων ξεχωρίζει και κλέβει την παράσταση. Οι νότες ξεκινούσαν και σταματούσαν με ακρίβεια όπως και εξαφανίζονταν με φυσικό τρόπο, αλλά ίσως λιγότερο οργανικά σε σχέση με έναν καλό ιμάντα κίνησης στην ίδια τιμή. Τα πρίμα ήταν καθαρά και αέρινα, λαμπερά αν και όχι εξαιρετικά κομψά, αλλά πάλι, σίγουρα εντός μιας καλής θέσης της κατηγορίας των 1.000 ευρώ.

Από την άλλη πλευρά, η γενική ατμόσφαιρα μα ακόμη και η ηχητική κάθε χώρου ή δωματείου ηχογράφησης μεταδίδονταν καλά. Τα διαφορετικά όργανα της ίδιας 'οικογένειας' διακρίνονταν αρκετά καλά, παρά την έντονη διαφοροποίηση κάθε σειράς όπου βρίσκονταν. Έλειπε διαφάνεια σε σύγκριση με το Technics; Νομίζω πως ναι. Ένα άλλο πράγμα που κάνει το SL-100C διαφορετικά είναι ότι τοποθετεί τους ακροατές πιο πίσω στην αίθουσα συναυλιών, επιτρέποντας μια υποκειμενικά ευρύτερη θέαση της μουσικής παράστασης, ενώ το TT350 τείνει να μας βάζει ακριβώς στην πρώτη σειρά. Θες τα πάντα σε αυτή την τιμή; "Φίλα μας το γνήσιο καπλαμά καρυδιάς, φίλε μου"! Δεν ξέρω κανένα πικάπ των περίπου 1.000 ευρώ που να τα προσφέρει όλα με πληρότητα. Εδώ ταιριάζει αυτό που λέμε "Διάλεξε το δηλητήριο σου", υποθέτω.

Σε ηχογραφημένες μικρές ζωντανές τζαζ εμφανίσεις και ακουστικές παραστάσεις σε καφέ, η ικανότητα του JBL να εξάγει μια πιο κοντινή προοπτική ήταν πλεονέκτημα. Αισθανόμουν και εγώ πιο κοντά, τόσο πνευματικά όσο και χωρικά, στους ερμηνευτές, και μπορούσα να ακούσω όχι μόνο τις νότες, αλλά περισσότερα από τα όργανα που τις έπαιζαν. Στην αντίπερα όχθη είναι ότι σε μεγάλες κλασικές παραστάσεις και στη ροκ, κατά καιρούς, ελάμβανες την εντύπωση ότι κάθεσαι πολύ κοντά -για παράδειγμα- στην οθόνη σε έναν κινηματογράφο. Κάποιοι το προτιμούν, άλλοι όχι. Μην με παρεξηγείτε, δεν ήταν σαν να είχα τη μύτη μου κολλημένη στη σκηνή. Αλλά αισθανόμουν ότι κάποιες πιο πυκνές ηχογραφήσεις θα είχαν ωφεληθεί από περισσότερο χώρο αναπνοής. Σε πιο ήσυχα περάσματα, ο θόρυβος της επιφάνειας εμφανιζόταν μερικές φορές πιο έντονα από ό,τι με το Technics, κάτι το οποίο θα αποδώσω στο λιγότερο εξελιγμένο σύστημα κίνησης. Είναι δύσκολο να ανταγωνιστείς τη μηχανική της Technics εδώ. Από αυτή την άποψη, το JBL μου θύμισε περισσότερο τα ιαπωνικά direct drives της εποχής του Carter.

 

Ο καλά κατασκευασμένος βραχίονας έκανε εξαιρετική δουλειά προσφέροντας ομαλή λειτουργία ως ταίρι με αποδοτικές κεφαλές όπως η Grado Opus3, Goldring E3, Shelter 201, Nagaoka MP-200 και Audio-Technica VM750SH. Η κομψή Grado έφερε περισσότερο κύρος, ωριμότητα και "σοφία" στον ήχο, ενώ η ευέλικτη και ευγενική Nagaoka επωφελήθηκε από τα πλεονεκτήματα του JBL. (Επίσης αξίζει να σημειωθεί: ο κινητήρας του TT350 δεν προκάλεσε κανένα βόμβο με την Grado, γεγονός που υποδηλώνει ότι δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στη θωράκιση του.)

Υποθέτω ότι ο βραχίονας ανήκει στους μεσαίας κατηγορία μάζας. Υποθέτω επειδή, το μαντέψατε, το εγχειρίδιο παραλείπει και αυτή την πληροφορία. Παρ' όλα αυτά, φαίνεται ικανός να δικαιώσει ηχητικά κεφαλές αξίας έως περίπου 500 ευρώ. Εκτός και αν θέλετε να χρησιμοποιήσετε μια κεφαλή χαμηλής εξόδου κινητού πηνίου, κάτι που πιστεύω ότι θα ήταν υπερβολή. Το JBL βέβαια είναι απόλυτα πρόθυμο να αλλάξετε και δοκιμάσετε όσες θέλετε! Σε αυτό το σημείο, να πω πως το TT350 ήταν λιγότερο απαιτητικό από τον μέσο όρο, κάνοντας ακόμη και πιο οικονομικές κεφαλές, να ακούγονται αρκετά ικανές μέσα στα όριά τους. Χαρακτηριστικό ενός θεμελιωδώς καλού πικάπ: δεν απαιτεί υπερβολική σκέψη σε ό,τι αφορά τους συνεργιστικούς συνδυασμούς για την εξισορρόπηση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων. Μιλάω εκ πείρας. Είμαι 'ένοχος' ότι έχω βελτιώσει οικονομικά πικάπ πέρα από το λογικό σημείο για να επιτύχω κάποια μορφή απρόσμενης ποιότητας στο όνομα της καθαρής, ίσως και ανόητης, nerdy διασκέδασης. Εδώ, δεν χρειάζεται να το κάνετε αυτό. Αν θέλετε να κρατήσετε τα πράγματα απλά και να αποφύγετε τις δυσκολίες ρύθμισης που έχω περιγράψει προηγουμένως, απλά αναβαθμίστε την ακίδα (βελόνα) της συμπεριλαμβανόμενης κεφαλής με μια συμβατή στο σώμα της κεφαλής 'naked' ελλειπτική, MicroLine ή Shibata από την Audio-Technica, κάτι που μπορεί να γίνει σε δευτερόλεπτα και χωρίς να απαιτείται επαναευθυγράμμιση και ευρύτερα σετάρισμα.

Για ένα direct drive όμως πικάπ, το πλατό ξεκινά κάπως αργά. Τα Rega και Nottinghams επιταχύνουν την εκκίνηση με παρόμοιο αργό ρυθμό. Τι συμβαίνει; Δεν μπορώ να καταλάβω αν ο κινητήρας είναι σκόπιμα χαμηλής ροπής ή αν απλά χρειάζεται μερικά δευτερόλεπτα για να κλειδώσει στην ταχύτητα. Δεν αποτελεί κάποια καταστροφή, αλλά ελαφρώς αντιβαίνει σε ένα πρακτικό πλεονέκτημα του direct drive: πατάς ένα κουμπί και είναι έτοιμο για αναπαραγωγή σε ένα δευτερόλεπτο. Η JBL λέει ότι υπάρχει κάποιος ακριβής έλεγχος ταχύτητας λειτουργίας, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τι είδους σύστημα μπορεί να περιλαμβάνει.

Όταν τελικά άρχισα να ζω με το TT350 αντί να το εξετάζω σχολαστικά, ξεκίνησα να το εκτιμώ ακόμα περισσότερο. Τα κουμπιά επιλογής ταχύτητας στο μπροστινό πάνελ έχουν αίσθηση υψηλής ποιότητας, αν και θα προτιμούσα να βρίσκονται στην επάνω επιφάνεια του πικάπ για καλύτερη χρηστικότητα. Ο μοχλός ανύψωσης της βελόνας έχει μια ικανοποιητική μεταλλική αίσθηση και λειτουργεί καλά, αφήνοντας τη βελόνα απαλά εκεί που περιμένετε να πάει. Ο διακόπτης λειτουργίας βρίσκεται στο πίσω μέρος, κάτι που δεν είναι πολύ βολικό, αλλά υποθέτω ότι κάποιος θα μπορούσε να το αφήσει σε "standby" κατάσταση εφόσον πρόκειται να το χρησιμοποιεί καθημερινά. Και, σίγουρα, ανυπομονούσα πριν την δοκιμή να γνωρίσω λειτουργικά αυτό το πικάπ. Και οχι μόνο, ανυπομονούσα να το βλέπω κιόλας. Μια παιχνιδιάρικη λεπτομέρεια ακόμη, το φωτιζόμενο θαυμαστικό στην πρόσοψη που λειτουργεί ως δείκτης λειτουργίας, ένας έξυπνος φόρος τιμής στην κληρονομιά της μάρκας JBL, και μια ένδειξη ότι αυτό το πικάπ προορίζεται για την προσφορά του εμβληματικού West Coast ήχου της JBL σε μια πηγή αναπαραγωγής. Καλή δουλειά εκεί.

Πολύ πιθανό το TT350 να μην κατασκευάζεται σε εργοστάσιο της JBL, αλλά μάλλον ανατίθεται σε έναν από τους δύο μεγαλύτερους κατασκευαστές πικάπ, αν η υπόθεσή μου είναι σωστή. Ωστόσο, αυτό το μοντέλο σαφώς δεν ήταν αποτέλεσμα απλά μιας τεμπέλικης 'ανάμειξης' και συνδυασμού έτοιμων εξαρτημάτων, όπως συχνά βλέπουμε τώρα στην αγορά. Πολλά από τα εξαρτήματα εδώ φαίνεται να έχουν παραγγελθεί ειδικά για το TT350, ή τουλάχιστον να έχουν προσαρμοστεί ανάλογα. Το θέμα μου είναι απλά το πώς κατασκευάζονται πολλά πικάπ σαν αυτό σήμερα, και θα το ξαναπώ, τα εργοστάσια (όπως αυτό που υποψιάζομαι ότι επέλεξε η JBL) είναι ικανά πλέον να παράγουν αρκετά καλά προϊόντα. Στην πραγματικότητα, έχοντας δοκιμάσει παρόμοια μοντέλα πικάπ από την Audio-Technica, Music Hall, Reloop και άλλους, το TT350 είναι το καλύτερο της κατηγορίας του σε ποιότητα κατασκευής, προσφέροντας ικανοποίηση από τον ήχο και συνολική ελκυστικότητα.

Μην ανησυχείτε πάντως πως ένα υπερβολικό μέρος της τιμής των 1.150 του TT350 αντιπροσωπεύει τα καλλωπιστικά στοιχεία. Ο ήχος του προσφέρει όλα τα βασικά στοιχεία μιας εκφραστικής αναλογικής αναπαραγωγής και ακόμα περισσότερα. Ακόμη και σε σύγκριση με πιο άρτια τεχνικά και ανώτερα μοντέλα, χωρίς να θυσιάζει την συνολική ποιότητα ήχου. Θα μου άρεσε ακόμα κι αν ήταν ένα από τα απλά μαύρα στην όψη. Σίγουρα, υπάρχει και μια σαφής στρατηγική μάρκετινγκ εδώ: να κρατήσουν τους πελάτες στην οικογένεια της JBL αντί να τους στείλουν σε ανταγωνιστικές μάρκες για συνοδά που θα συνοδεύουν τα ηχεία τους. Αλλά ακόμα κι αν δεν έχετε κανένα ενδιαφέρον για το μοναδικό στυλ ή τη JBL ως μάρκα, αξίζει να το ακούσετε αν σας αρέσει η μουσική σας αναλογική αναπαραγωγή να σας πληροφορεί καλά, αλλά με μια πρόσθετη δόση διασκεδαστικής, ελκυστικής ζωντάνιας. Συνιστάται; Στοιχηματίστε και κερδίσατε!

---------------------------------

Τιμή JBL πικάπ TT-350 :  1.150 ευρώ (με ΦΠΑ)

Ακροάσεις - Διάθεση: Heaven Audio